Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΠΟΛΙΤΣΑΣ - Ιστορικά γεγονότα
H ΑΛΩΣΗ - ΣΦΑΓΗ ΤΗΣ ΤΡΙΠΟΛΙΤΣΑΣ
23 Σεπτεμβρίου 1821
Η αληθινή ιστορία είναι το μέλλον ενός λαού
-------------------------------------------
Τελευταία ενημέρωση: 26.09.2025
------------------------------------------
Κατά τη διάρκεια της σύντομης Βενετοκρατίας (1685-1715) η Τριπολιτσά γίνεται πρωτεύουσα επαρχίας με 61 χωριά. Διοικητικά ανήκει στην περιφέρεια της Ρωμανίας με πρωτεύου-σα το Ναύπλιο. Μετά την ανακατάληψη της Πελοποννήσου από τους Τούρκους το έτος 1715 και μετά από μια σύντομη κατοχή των Βενετών, η οποία κράτησε 30 χρόνια, η Τριπολιτσά γίνεται το διοικητικό κέντρο της Πελοποννήσου και συνεχίζει να αναπτύσσεται.
Εκεί γίνονται πλέον όλες οι υπεκμισθώσεις φόρων και προσόδων από διάφορες δραστηριότητες, όπως αλυκές, ορυχεία και άλλα. Ισχυροί γαιοκτήμονες της Αρκαδίας εγκαθίστανται στην Τριπολιτσά και επενδύουν στο εξαιρετικά προσοδοφόρο έργο της είσπραξης των φόρων και των προσόδων. Η Τριπολιτσά μετατρέπεται σε σημαντικό χρηματιστικό κέντρο τοκογλύφων και εξαγωγικού εμπορίου.
Η Άλωση της Τριπολιτσάς από τους Έλληνες στις 23 Σεπτεμβρίου 1821:
Η Τρίπολη ή Τριπολιτσά κατελήφθη από τους Έλληνες επαναστάτες στις 23 Σεπτεμβρίου 1821, έξι μήνες μετά την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού πολέμου. Η Τριπολιτσά ήταν την εποχή εκείνη το σημαντικότερο διοικητικό, στρατιωτικό και οικονομικό κέντρο του Μοριά. Όποιος κατείχε το φρούριό της, μπορούσε να ελέγχει τις οδούς προς τις άλλες μεγάλες πόλεις της Πελοποννήσου. Ο πολύπειρος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης αντιλήφθηκε αμέσως τη στρατηγική σημασία της πόλης κι επέμεινε μέχρι τέλους στην πολιορκία της. Άλλωστε είχαν προηγηθεί οι νίκες του στο Βαλτέτσι (12.05.1821) και στα Δολιανά (18.05.1821).
Στα απομνημονεύματά του ο " Γέρος του Μοριά" γράφει λεπτομέρειες για την κατάληψη της Τριπολιτσάς, γεγονότα και καταστάσεις, καθόσον ο ίδιος ήταν ο πρωταγωνιστής:
«.....Καθημερινῶς εἴχαμε πόλεμο ἀπὸ τὸ μεσημέρι ἕως εἰς τὸ βράδυ, καὶ τὸ βράδυ τοὺς ἐμβάζαμεν μέσα. Ἐσιμώσαμεν τόσο κοντά, ὁποὺ ἐφέραμεν κοσμίτες διὰ νὰ φτιάσουν λαγούμι εἰς τὴν μεγάλη τάπια τῆς Τριπολιτζᾶς. Ἄρχισαν οἱ ζωοτροφίες νὰ ὀλιγοστεύουν στὴν Τριπολιτζά καὶ ἔδιωχναν τὲς Ελληνικὲς φαμελιὲς ἀπὸ μέσα διὰ νὰ μὴν τρώγουν τὸν ζαερέ καὶ ἔτζι εἴχαμεν κάθε ἡμέραν εἴδησιν, τί ἔκαμναν καὶ δὲν ἔκαμναν μέσα οἱ Τοῦρκοι. Τοὺς ἔφερναν εἰς τὸ ὀρδί μου καὶ τοὺς ἐξέταζα. Νερὸ τοὺς ἔλειψε, ἐρρίψαμε φλόμο εἰς τὰ τριγυρινὰ νερά.
Οἱ Ἕλληνες ἐπήγαιναν ἕως εἰς τὰ τείχη τῆς Τριπολιτζᾶς .....Οἱ Τοῦρκοι πλέον δὲν ἐβγῆκαν ἀπὸ τὰ τείχη τῆς Τριπολιτζᾶς, ἦτον ἡ ὕστερή τους φορά· ἐπολεμοῦσαν ἀπὸ τὰ τείχη, ἀπελπίσθησαν διὰ νὰ εὕρουν πλέον ζωοτροφίας. Εἰς τὰς 10 – 15 Αὐγούστου ἔγινε αὐτὸς ὁ πόλεμος, ἕνας μήνας πρὶν νὰ παρθεῖ ἡ Τριπολιτζά.
Ἐπῆγα μία νυκτιὰ καὶ ἔπιασα τοῦ Μαντζαγρᾶ. Ἐκάμαμε χαντάκια, καὶ ἔκαμα καὶ ἦλθε ὁ Δημητράκης Δεληγιάννης μὲ τὸ σῶμα του καὶ ἔπιασε αὐτὸ τὸ χωριό, 10 λεπτὰ μακριὰ ἀπὸ τὴν Τριπολιτζά. Τὰ Τούρκικα ἄλογα ἄρχισαν νὰ ἀποσταίνουν, διότι δὲν εἶχον πλέον νὰ φάγουν. Ἔστειλα τὸν Γενναῖον καὶ ἐμάζωξε Τζακωνίτες καὶ Ἁγιοπετρίτες καὶ τοὺς ἔσμιξε μὲ τὸν Παναγιώτη Ζαφειρόπουλο καὶ Γεωργάκη Τζάκωνα κι ἔπιασαν τὴν Βουλιμήν· δὲν φθάνει τὸ κανόνι ἐκεῖ· παρομοίως ἔστειλα τὸν Κεφάλα μὲ Μεσσηνίους κατὰ τὸν Ἅγιον Σώστη καὶ ἐταμπουρώθη, καὶ ἔτζι δὲν τοὺς ἀφήναμε μὲ τελειότητα νὰ σπαράξουν πλέον.
Οἱ Ἀρβανίτες ἄρχισαν νὰ ἔχουν ὁμιλίες μὲ ἡμᾶς. Αὐτοὶ ἦτον 3.000 καὶ ἐκείνη ἦτον ἡ δύναμις τῆς τουρκικῆς φρουρᾶς. Μὲ ἐπρόβαλαν νὰ τοὺς ἀφήσω ν᾿ ἀπεράσουν καὶ τοὺς ὑποσχέθηκα, τοὺς μὲν Τούρκους ἐντοπίους νὰ τοὺς ἀφήσομε χωρὶς τὰ ἄρματά τους καὶ τοὺς Ἀρβανίτας μὲ τὰ ἄρματά τους. Ὁμίλησα μὲ τοὺς ἄρχοντας, μὲ τὸν Μαυρομιχάλη πρῶτα καὶ ἔπειτα ἔδωσα λόγον τιμῆς εἰς τοὺς Ἀρβανίτες διὰ νὰ ἀναχωρήσουν.
Ὅταν ἐπολιορκούσαμε στενὰ τὴν Τριπολιτζά, ἔβγαιναν ἔξω οἱ πολιορκημένοι, στὸν πόλεμο τοὺς πιάναμε, μεταξὺ αὐτῶν ἐπιάσθη ὁ Χατζῆ Χρίστος, ὁ Κότζος. Οἱ Βούλγαροι ἦτον σεΐζηδες, ὡς 200 ἐπιάσαμεν, ἦτον χριστιανοί.
Ἐν ταὐτῷ ἄρχισαν οἱ Ἀρβανίτες νὰ πραγματεύονται. Ἦτον ἕνας γραμματικὸς μὲ τοὺς Ἀρβανίτες, γραμματικὸς τοῦ Βελήμπεη καὶ Ἀλμάσμπεη. Αὐτὸς ἔκαμνε τὸν μεσίτη μὲ τοὺς Ἀρβανίτες νὰ τοὺς βγάλομεν. Οἱ ἐπίλοιποι Τοῦρκοι μανθάνοντας τὸ τραττάτο, ἠθέλησαν νὰ πάρουν μέρος καὶ αὐτοί. Ἐβγαίνανε εἰς ἕνα μέρος, ἐπήγαινε ὁ Πετρόμπεης, ὁ Ἀναγνώστης Ντεληγιάννης, Κρεβατᾶς καὶ ἄλλοι, καὶ τοὺς ἐλέγαμε, νὰ ἀφήσουν τ᾿ ἄρματα καὶ νὰ τοὺς μπαρκάρομε ὅπου θέλουν. Ἐκεῖνοι ἔλεγαν: «Ὄχι, μὲ τ᾿ ἄρματά μας». Στέλνουμε στοὺς Ἀρβανίτες, διὰ νὰ ἐμπιστευθοῦν νὰ ἐβγοῦν, τὸν Κολιόπουλο ὡς ἐνέχυρον.
Βλέποντες οἱ Ἕλληνες, ὅτι θὰ πέσει ἡ Τριπολιτζά, ἐμαζώχθηκαν 20.000 (22 Σεπτεμβρίου). Καθὼς ἐδοκίμασαν οἱ Ἀρβανίτες νὰ φύγουν, ἐπήδησαν οἱ Ἕλληνες μέσα ἀπὸ τὴν τάπια τοῦ σαραγιοῦ. Οἱ Ἀρβανίτες ἐβγῆκαν ἔξω, ἐπῆραν τὸν Κολιόπουλο, ἐτράβηξαν κατὰ τὸν Μύτικα ἕως 2.500. Μπαίνοντας τ᾿ ἀσκέρι, ἔβαλα τελάλι νὰ μὴ σκοτώσουμε τοὺς Ἀρβανίτες. Ἐβγῆκαν ὡς 2.000 καὶ μέσα εἰς τὴν Τριπολιτζά ἔκοβαν.
Τὸ ἄλογό μου ἀπὸ τὰ τείχη ἕως τὰ σαράγια δὲν ἐπάτησε γῆ. .....Το ασκέρι, όπου ήτον μέσα, το Ελληνικόν, έκοβε και εσκότωνε, από Παρασκευή έως Κυριακή, γυναίκες, παιδιά και άνδρες, 32.000, μία ώρα ολόγυρα της Τριπολιτσάς. Ένας Υδραίος έσφαξε 90. Έλληνες εσκοτώθηκαν 100».
Ο ιστορικός Φ.Φωτάκος, αφού εξιστορεί με ακρίβεια την απόλυτη φρίκη, νιώθει την ανάγκη (σαν Έλληνας) να την δικαιολογήσει. Γράφει: «Δεν τους εσκότωσαν λοιπόν από ωμότητα οι Έλληνες τους Τούρκους, καθώς η πολιτισμένη Ευρώπη μας εκατηγόρησεν, ούτε δια κανέναν άλλον σκοπόν, αλλά από δικαίαν εκδίκησιν, την οποίαν έτρεφον εναντίον των. Εμέθυσαν δε από το πνεύμα της εκδικήσεως, ενθυμηθέντες την τυραννίαν των Τούρκων εναντίον αυτών και των πατέρων των».
Στη νεότερη ιστορία η άλωση της Τριπολιτσάς ονομάζεται και "η σφαγή της Τριπο-λιτσάς" και αυτό αποτελεί μια μελανή σελίδα της επανάστασης του αγώνα του 1821. Άλλες ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι ο Κολοκοτρώνης δεν έδωσε το σύνθημα για τη σφαγή - εξόντωση των πολιορκημένων, αλλά και δεν την εμπόδισε. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι ο Κολοκοτρώνης βλέποντας την ολοκληρωτική εξολόθρευση και του άμαχου πληθυσμού, προσπάθησε να τους σταματήσει τους σκοτωμούς, τις βιαιότητες και τις λεηλασίες, αλλά αποτέλεσμα δεν υπήρξε. Ότι και να συνέβη, εκείνο που είναι ιστορικά καταγεγραμμένο είναι ότι ο αριθμός των 32.000 νεκρών είναι ένας θλιβερός απολογισμός που αμαυρώνει έναν δίκαιο απελευθερωτικό αγώνα.
ΠΗΓΕΣ:

