1. ΕΝΑ ΑΠΡΟΣΜΕΝΟ ΑΤΥΧΗΜΑ
Την Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2001 ο ποιμένας Ντάνιελ Εκετσούκου και η σύζυγός του είχαν μια οικογενειακή διένεξη που εξελίχτηκε σε ένα άσχημο μεταξύ τους περιστατικό. Ο Ντάνιελ είχε προσβληθεί από την συμπεριφορά της γυναίκας του σε σημείο που ο θυμός του δεν τον είχε αφήσει να συμφιλιωθεί μαζί της. Έτσι έφτασε η Παρασκευή της επόμενης ημέρας, η οποία θα έφερνε μια μεγάλη ανατροπή στη ζωή του, που θα τον ακολουθούσε σε όλο το υπόλοιπο της επίγειας ζωής του.
Το πρωί της 30ης Νοεμβρίου 2001 ημέρα Παρασκευή, ο Ντάνιελ Εκετσούκου, ποιμένας της Ευαγγελικής εκκλησίας στην Ουνίτσα, μαζί με το φίλο του Ουρίκα, πήγαιναν ένα εορταστικό δώρο στον πατέρα του πρώτου, σ’ ένα χωριό κοντά στην πόλη Ογουέι. Ήταν μία απλή βόλτα, αλλά όμως εξελίχθηκε σε τραγωδία.
Ο Ντάνιελ οδηγούσε το είκοσι χρόνων αυτοκίνητό του. Στη διαδρομή της επιστροφής οδηγούσε σε έναν κακοτράχαλο δρόμο όταν τα φρένα έδειχναν να μην πιάνουν. Ο Ντάνιελ δεν μπορούσε να κάνει τίποτα και το αυτοκίνητο επιτάχυνε συνεχώς στην κατηφόρα, ουσιαστικά ακυβέρνητο. Η μοιραία σύγκρουση ήταν πλέον αναπόφευκτη. Η ζωή του Ντάνιελ σχεδόν τερματίστηκε, καθώς το αυτοκίνητο χτύπησε με σφοδρότητα επάνω σε μια τσιμεντένια κολώνα, που είχε χτιστεί σαν ανάχωμα προστασίας και συντρίφτηκε
Χωρίς να φορά ζώνη ασφαλείας (λίγοι Νιγηριανοί το έκαναν το 2001), ο Ντάνιελ εκσφενδονίστηκε βίαια μπροστά, το κεφάλι του χτύπησε στο μπροστινό τζάμι και το τιμόνι χώθηκε στο σώμα του. Ο φίλος του σοκαρισμένος, αλλά όχι σοβαρά πληγωμένος, στράφηκε προς τον Ντάνιελ, ελπίζοντας πως ήταν όλα καλά. Η εικόνα όμως που αντίκρισε τον συγκλόνισε. Αίμα έτρεχε από την μύτη του Ντάνιελ από χτύπημα που είχε στον εγκέφαλο και μετά άρχισε να το ξερνάει λόγω της εσωτερικής αιμορραγίας. Πολλοί άνθρωποι που βρέθηκαν να είναι κοντά στο ατύχημα, αμέσως προσφέρθηκαν να βοηθήσουν τους τραυματίες.
Τελικά κάποιος ειδοποίησε και ήρθε ασθενοφόρο, ενώ ο Ντάνιελ ζούσε ακόμα μέχρι την εισαγωγή του στην εντατική. Μέσα σε λίγα λεπτά από την άφιξή τους στο νοσοκομείο, ένα γιατρός άρχισε τη θεραπεία έκτακτης ανάγκης, αλλά ο Ντάνιελ ήξερε πως το σώμα του δεν ανταποκρινόταν σε αυτό. Άρχισε να προσεύχεται την προσευχή ενός ανθρώπου που ξέρει ότι πρόκειται να πεθάνει, ζητώντας από τον Θεό να του συγχωρέσει όλες τις αμαρτίες του, έτσι ώστε να είναι έτοιμος να σταθεί ενώπιον του Κυρίου. Παρ’ όλη την τραγική κατάσταση που βρέθηκε, μπόρεσε να ζητήσει να καλέσουν τη σύζυγό του Ννένκα, με την οποία είχε αρνηθεί να μιλήσει μαζί της, όταν εγκατέλειψε νωρίτερα το σπίτι τους.
Η γυναίκα του σοκαρίστηκε όταν έμαθε για το ατύχημα και την άσχημη κατάσταση του συζύγου της, αλλά όταν συνήλθε από το σοκ την πήρε ένας χριστιανός γείτονας και την πήγε στο νοσοκομείο. Όταν έφτασε εκεί, έπεσε επάνω του με δάκρυα, ικετεύοντας τον σύζυγό της να μην πεθάνει και την εγκαταλείψει. Ο γιατρός παραδέχτηκε ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να σώσει τη ζωή του Ντάνιελ. Θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι επρόκειτο για ένα τριτοκοσμικό νοσοκομείο και κατά συνέπεια οι παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας ήταν σε πολύ χαμηλό βαθμό.
Ο Ντάνιελ κρατιόταν στη ζωή για να της πει να τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο του οικογενειακού τους γιατρού, που απείχε μιάμιση ώρα, περίπου 80 χιλιόμετρα μακριά και αυτό αποδείχτηκε ένα μοιραίο και τραγικό λάθος. Λίγα λεπτά μετά τον σήκωσαν και τον μετέφεραν στο ασθενοφόρο, όπου ενώ βρίσκονταν στο δρόμο για την πόλη Umezuuike, ο Ντάνιελ άρχισε να «χάνεται», καταλάβαινε ότι πλέον έφευγε από τη ζωή. Βρισκόταν στο πίσω μέρος του ασθενοφόρου, ενώ η σύζυγός του βρισκόταν στο μπροστινό κάθισμα του συνοδηγού.
Ο Ντάνιελ άρχισε να αισθάνεται ότι δεν επρόκειτο να επιβιώσει, γι’ αυτό κάλεσε τη γυναίκα του να έρθει στο πίσω μέρος που ήταν για να της μιλήσει. Όταν η Ννένκα ήρθε κοντά του, αυτός προσπάθησε να ψιθυρίσει τα τελευταία του λόγια και να της δώσει οδηγίες για τα παιδιά τους και για τη διακονία του, αλλά δεν μπόρεσε να πει πολλά, καθώς η ομιλία του έγινε ασυνάρτητη, χάνοντας σιγά - σιγά τις αισθήσεις του. Η γυναίκα του μέσα στα δάκρυά της τον επίπληξε έντονα γι’ αυτές τις αρνητικές του δηλώσεις, λέγοντάς του ότι ήταν άνθρωπος του Θεού, κήρυττε τον Λόγο Του και θα έπρεπε να έχει πίστη και να μη μιλάει για θάνατο, ακόμα και μέσα στην τόσο τραγική κατάσταση που βρισκόταν.
Καθώς μιλούσε, ο Ντάνιελ είδε δυο μεγάλους αγγέλους. Ήταν τόσο μεγάλοι, που αργότερα αναρωτιόταν πως χωρούσαν μέσα στο ασθενοφόρο. Προφανώς, αφού δεν ήταν υλικά όντα δεν έπιαναν χώρο. Ο ένας ήταν τόσο μεγάλος, όσο και το ασθενοφόρο. Ήταν κατάλευκοι, όχι μόνο στα ρούχα τους, αλλά και στα πρόσωπά τους. Ο Ντάνιελ προσπάθησε να τους μιλήσει, αλλά το στόμα του κρατιόταν κλειστό. Οι άγγελοι τον κρατούσαν και από τις δύο πλευρές του σαν να τον κρατούσαν στον αέρα.
2. ΑΠΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΣΕ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ
Ο οδηγός του ασθενοφόρου προσπάθησε, τρέχοντας υπερβολικά και με τις σειρήνες να ουρλιάζουν, να προλάβει να φτάσει όσο το δυνατόν ταχύτερα το στο νοσοκομείο. Μόλις έφτασε, έτρεξε φωνάζοντας δυνατά: ''Επείγον! Επείγον!''. Όμως ο οικογενειακός γιατρός του Ντάνιελ δεν ήταν σε υπηρεσία την ημέρα εκείνη. Ένας άλλος γιατρός ανέλαβε την κατάσταση και έλεγξε την άμορφη μάζα που κάποτε ήταν ο Ντάνιελ. Στράφηκε προς αυτούς και με θλιμμένο πρόσωπο τους είπε πως ο Ντάνιελ ήδη ήταν νεκρός. Δεν μπορούσε πλέον να κάνει τίποτα, παρά μόνο να πιστοποιήσει κι επίσημα το θάνατό του. Η Ννένκα αρνήθηκε να πιστέψει στην πιστοποίηση του θανάτου του συζύγου της.
Τελικά οδήγησαν τον Ντάνιελ στο Ομοσπονδιακό Ιατρικό κέντρο, αλλά δεν βρήκαν ούτε εκεί γιατρό και πήγαν στην κλινική Eunice και εκεί επιβεβαιώθηκε ότι ο Ντάνιελ ήταν νεκρός και από τον γιατρό Jossy Anuebunwa. Δεν υπήρχε αναπνοή, ούτε καρδιακός παλμός και τα μάτια του ήταν διασταλμένα και σταθερά. Ο γιατρός είπε πως δεν μπορούσε να κάνει τίποτα περισσότερο και ένα πιστοποιητικό θανάτου εκδόθηκε στις 11.30 μ.μ στις 30 Νοεμβρίου του 2001, ημέρα Παρασκευή.
Η σύζυγος του Ντάνιελ σοκαρίστηκε από το γεγονός, αλλά ένα εδάφιο τριγύριζε συνέχεια και συνέχεια μέσα στο μυαλό της από την επιστολή προς Εβραίους, το οποίο έλεγε ότι δια πίστεως «γυναίκες έλαβαν τους νεκρούς τους πίσω ξανά στη ζωή, αφού αναστήθηκαν» (Εβραίους ΙΑ/11:35). Μια παράλογη βεβαιότητα την κατέλαβε ότι θα ξανάβλεπε τον σύζυγό της ζωντανό και μάλιστα υγιή. Σε όσα ακολούθησαν στη συνέχεια η Ννένκα ήταν ο άνθρωπος κλειδί. Το εδάφιο αυτό μέσα στο μυαλό της, την έκανε να μην μπορεί να δεχτεί την ξεκάθαρη υπόδειξη των γιατρών ότι ο Ντάνιελ είχε φύγει και σαν σύζυγός του να επιτρέψει την ταφή του.
Έτρεξε να βρει τον θείο του Ντάνιελ και τον ρώτησε που θα μπορούσε να βρει τον οικογενειακό τους γιατρό, γιατί είχε εμπιστοσύνη στον προσωπικό γιατρό τους και έλπιζε ότι κάτι θα μπορούσε να κάνει. Ο θείος του Ντάνιελ επειδή δεν γνώριζε που βρισκόταν ο γιατρός τους, την οδήγησε στο δικό του οικογενειακό γιατρό. Ο Ντάνιελ μεταφέρθηκε εκεί και ο γιατρός βλέποντας την επιμονή της γυναίκας του, τον εξέτασε ξανά και ξανά, αλλά το μόνο που έκανε ήταν να επιβεβαιώσει για μια ακόμα φορά το θάνατό του. Ο γιατρός μετά έγραψε την αναφορά του στα χαρτιά του νοσοκομείου και ρώτησε εάν θα ήθελε να τον κρατήσουν στο νεκροτομείο. Εκείνοι αρνήθηκαν και πήραν το σώμα του και το μετέφεραν στο χωριό του πατέρα του και από εκεί στο νοσοκομείο του χωριού.
Αξίζει να αναφερθεί ότι λόγω της επιμονής της γυναίκας του Ντάνιελ, τον μετέφεραν συνολικά σε έξι διαφορετικά νοσηλευτικά ιδρύματα, ένα γεγονός που εάν το εξετάσει κάποιος θα το θεωρούσε ματαιότητα να συνεχίσουν από το πρώτο νοσοκομείο που βρέθηκαν. Επειδή όλα αυτά δείχνουν ένα θαυμαστό «σχέδιο» του Θεού, για όσα επακολούθησαν στη συνέχεια, θα αναφέρουμε κατά σειρά, όλα τα νοσοκομεία ή τους γιατρούς, που πήγαν τον Ντάνιελ:
- Πρώτη μεταφορά έγινε το νοσοκομείο της περιοχής, αμέσως μετά το ατύχημα, όπου ο Ντάνιελ ζούσε ακόμα.
- Δεύτερη μεταφορά στο νοσοκομείο του οικογενειακού τους γιατρού στην πόλη Umezuuike. Ο γιατρός τους όμως δεν ήταν υπηρεσία την ημέρα εκείνη και ο γιατρός υπηρεσίας απλά βεβαιώνει το θάνατο του Ντάνιελ.
- Τρίτη μεταφορά του Ντάνιελ γίνεται στο Ομοσπονδιακό Ιατρικό κέντρο, αλλά έφυγαν από εκεί, γιατί δεν βρήκαν γιατρό.
- Τέταρτη μεταφορά του Ντάνιελ στην κλινική Eunice, όπου ο γιατρός Jossy Anuebunwa εκδίδει πιστοποιητικό θανάτου.
- Πέμπτη μεταφορά του ήδη νεκρού Ντάνιελ στον νοσοκομείο που ήταν ο οικογενειακός γιατρός του θείου του Ντάνιελ.
- Έκτη μεταφορά του Ντάνιελ στο νοσοκομείο του χωριού που ζούσε ο πατέρας του, όπου τον τοποθέτησα στο νεκροτομείο και άρχισαν τη διαδικασία της ταρίχευσης, όπως θα αναφέρουμε στη συνέχεια.
3. ΣΤΟ ΝΕΚΡΟΤΟΜΕΙΟ - ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΑΦΗΣ
Ο εργολάβος κηδειών έκανε τις απαραίτητες εξετάσεις και μέχρι τότε είχαν περάσει τα μεσάνυχτα, ενώ πλησίαζε το πρωί του Σαββάτου. Επειδή το πρωτόγονο νεκροτομείο της Νιγηρίας δεν είχε ψυκτικές εγκαταστάσεις αποθήκευσης, ο εργολάβος κηδειών έκανε τις συνηθισμένες χημικές ενέσεις και έβαλε χημικά στα χέρια και στα πόδια του νεκρού Ντάνιελ. Στη συνέχεια προετοίμασε την ταρίχευση, κόβοντας τον εσωτερικό μηρό του, προκειμένου να εισάγει ένα σωλήνα μέσω του οποίου θα μπορούσε να βάλει περισσότερο χημικό διάλυμα. Καθώς το έκανε αυτό έζησε ένα μεγάλο σοκ, γιατί κάτι τον έσπρωξε μακριά από το πτώμα.
Αυτό από την άλλη, ήταν κάτι που συνέβαινε κάποιες φορές με άλλα σώματα, αλλά αυτές τις καταστάσεις συνήθως τις απέδιδαν σε αποκρυφιστικές δυνάμεις. Αυτές οι πρακτικές εφαρμόζονταν στην Αφρική σε μεγάλο βαθμό, κάτι που στην Αμερική, αλλά και σε άλλες χριστιανικές χώρες, υπήρχε σκεπτικισμός σχετικά με την πραγματικότητα της απόκρυφης εξουσίας.
Ο εργολάβος κηδειών, μετά από μια δεύτερη προσπάθεια, έπαθε και δεύτερο σοκ, που σχεδόν του παρέλυσε το χέρι. Έβγαλε το συμπέρασμα ότι ο Ντάνιελ προφανώς ήταν μέλος κάποιας ισχυρής μυστικιστικής οργάνωσης, γι’ αυτό ενεργούσαν αυτές οι δυνάμεις επάνω στο νεκρό σώμα του. Έτσι θεώρησε ότι κάποια στιγμή οι δυνάμεις αυτές θα υποχωρούσαν και θα μπορούσε να συνεχίσει τη δουλειά του. Φυσικά ο ταριχευτής δεν ήταν χριστιανός, αλλά μετά την ανάσταση του Ντάνιελ έδωσε την καρδιά του στον Ιησού και έγινε ένας θερμός πιστός, καθόσον έζησε ένα γεγονός στο οποίο είχε προσωπική εμπειρία.
Εφόσον λοιπόν δεν μπορούσε να κάνει την ταρίχευση, έδωσε εντολή στο βοηθό του να πάει το σώμα στο πίσω μέρος του νεκροτομείου, όπου είχαν ήδη τοποθετηθεί και άλλα πτώματα.
Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Ντάνιελ, μετά την ανάσταση του, έλεγε ότι οι άνθρωποι μπορούσαν να μυρίσουν τις χημικές ουσίες που έβγαιναν από το σώμα του και κρατούσαν τις μύτες τους όταν πήγαιναν να τον αγκαλιάσουν και αυτό κράτησε περίπου δύο εβδομάδες. Η ώρα ήταν περίπου 2 μετά τα μεσάνυχτα του Σαββάτου και αρχίζει να εκτυλίσσεται ένα γεγονός που έφερε τον υπάλληλο του νεκροτομείου σε αμηχανία και ταραχή και τελικά να τρομάξει από αυτό που ακολούθησε στη συνέχεια. Όπως συνήθιζε τα βράδια, έμενε και κοιμόταν κοντά στο νεκροτομείο, αλλά εκείνη τη νύχτα άκουσε λατρευτικούς ύμνους και χειροκροτήματα που έρχονταν από το μέρος ακριβώς που ήταν το νεκροτομείο.
Πριν συνεχίσουμε να εξιστορούμε τι ακριβώς συνέβηκε στο νεκροτομείο, αξίζει να αναφερθεί ότι αργά το βράδυ εκείνου του Σαββάτου, η γυναίκα του Ντάνιελ, ενώ κοιμόταν, είδε ένα όνειρο, στο οποίο είδε το πρόσωπο του συζύγου της και την ρώτησε, γιατί τον είχαν αφήσει στο νεκροτομείο. Της δήλωσε ότι δεν ήταν νεκρός και ότι έπρεπε να τον μεταφέρει στην πόλη Ουνίτσα, όπου κήρυττε ο Γερμανός ευαγγελιστής Ράινχαρντ Μπόνκε (Reinhard Bonnke). Η Ννένκα μετά απ’ αυτό, πήρε μέσα της περισσότερη πίστη και απόφάσισε να κάνει αυτό που της υπόδειξε ο άνδρας της στο όνειρό της, παρ’ όλο που η οικογένειά της σκέφτηκε ότι έχει χάσει τα μυαλά της.
Ερχόμαστε πάλι στο νεκροτομείο. Το φαινόμενο με τις ψαλμωδίες και τα χειροκροτήματα συνεχίστηκε και αυτά ήταν τα πρώτα παράξενα σημάδια. Ο υπάλληλος του νεκροτομείου ξύπνησε από αυτό που ο ίδιος περιέγραψε σαν εκκλησιαστικές ψαλμωδίες και που έρχονταν από την κατεύθυνση του νεκροθαλάμου. Σηκώθηκε και πήγε να δει τι συνέβαινε. Φθάνοντας κοντά οι ψαλμωδίες σταμάτησαν και παραξενεύτηκε γι’ αυτό, γιατί δεν βρήκε κανέναν εκεί κοντά.
Ξαναπήγε για ύπνο ησυχασμένος, πιστεύοντας ότι πιθανόν να «παράκουσε».. Αυτή τη φορά όμως ξαναήρθε για δεύτερη φορά ο ήχος της μουσικής μαζί με χειροκροτήματα, που αυτή τη φορά ήταν πολύ πιο ξεκάθαρα από την πρώτη φορά. Βέβαιος ότι η μουσική σίγουρα προερχόταν από τον νεκροθάλαμο σηκώθηκε, μπήκε μέσα και άρχισε να ψάχνει γύρω-γύρω. Ξανά οι ψαλμωδίες σταμάτησαν. Κανείς δεν υπήρχε εκεί εκτός από τους νεκρούς. Πολύ ανήσυχος και ταραγμένος τώρα ο υπάλληλος γύρισε πίσω για να συνεχίσει τον ύπνο του, αλλά μέσα του άρχισε να φοβάται.
Πολύ σύντομα η μουσική άρχισε και πάλι για τρίτη φορά, αλλά αυτή τη φορά ήταν ακόμα πιο δυνατά, ήταν πλέον ένα γεγονός που ο υπάλληλος, παρ’ όλο που δεν το έβλεπε με τα φυσικά του μάτια, δεν μπορούσε να το αμφισβητήσει ότι δεν υπήρχε. Αυτή τη φορά η πραγματικότητα τον τρομοκράτησε και σχεδόν πανικόβλητος έτρεξε μέχρι το κοντινό χωριό και ξύπνησε τον πατέρα του Ντάνιελ, λέγοντάς του να έρθουν και να πάρουν το σώμα του γιου του, αφού δημιουργούσε παράξενα φαινόμενα. Ο πατέρας του Ντάνιελ του λέγει πως όλα αυτά συνέβαιναν επειδή ο γιος του ήταν άνθρωπος του Θεού. Μετά από αυτό, το νεκρό σώμα έμεινε στο νεκροθάλαμο όλη την ημέρα του Σαββάτου και όλη την Κυριακή.
Στο μεταξύ η γυναίκα του Ντάνιελ πεπεισμένη πλέον ότι ο σύζυγός της θα ζούσε ξανά, ήθελε να μεταφερθεί το σώμα του στην εκκλησία στην Ουνίτσα, εκεί που επρόκειτο να μιλήσει ο Ράινχαρντ Μπόνκε και μάλιστα από τις ανακοινώσεις που είχαν γίνει το θέμα της ομιλίας του ήταν «η χάρη του Θεού».
Ο πατέρας του Ντάνιελ που δεν ήταν χριστιανός, αλλά ήταν Μορμόνος δήλωσε πως αυτός θα αποφάσιζε τι έπρεπε να κάνουν με το γιο του. Είπε ότι θα πήγαινε και θα τον χτυπούσε με την Βίβλο εφτά φορές και εάν δεν ανασταινόταν, η γυναίκα του θα έπρεπε να αποδεχτεί το γεγονός ότι ήταν οριστικά νεκρός και ότι το θέμα θα έκλεινε εκεί, γεγονός που σήμαινε ότι έπρεπε να κινήσουν τις διαδικασίες για την ταφή του. Πήγε λοιπόν και έκανε αυτό που είπε και που νόμιζε ότι είναι το σωστό, χτύπησε δηλαδή το πτώμα εφτά φορές, αλλά τίποτα δεν έγινε.
Η γυναίκα του Ντάνιελ όμως που ήταν αναγεννημένη χριστιανή και γνώριζε τον Λόγο του Θεού, καταλάβαινε πως ένας Μορμόνος δεν μπορούσε να τα συλλάβει αυτά. Αυτό που έκανε ο πεθερός της είχε σκοπό μόνο και μόνο να την αποθαρρύνει. Εκείνη όμως δεν θα τα παρατούσε, γι’ αυτό και η επιμονή της ενόχλησε αφόρητα τον πεθερό της. Ο Ντάνιελ έπρεπε να μεταφερθεί στη συνάθροιση που θα ήταν ο Μπόνκε. Ο πεθερός της αντιλαμβανόμενος ότι, αν της αρνιόταν αυτή τη χάρη, εκείνη θα του θύμιζε σε όλη του τη ζωή που της αρνήθηκε μια χάρη για το γιο του, τελικά ενέδωσε.
4. ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΣΤΗ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΗ ΤΟΥ Ρ.ΜΠΟΝΚΕ
Την επόμενη ημέρα, Κυριακή 2 Δεκεμβρίου, πήγαν να πάρουν το σώμα από τον νεκροθάλαμο. Όμως ο εργολάβος κηδειών ανησυχούσε για τους σκοπούς τους και για να αποκρύψει το γεγονός ότι ένα πτώμα ετοιμαζόταν για μια διαδρομή μιάμιση ώρας μέχρι την Ουνίτσα, το έντυσε και το ετοίμασε όπως ετοιμάζουν τα σώματα για την κηδεία και το έβαλε σε ένα φέρετρο, κλείνοντας στο τέλος και το καπάκι. Έτσι πήραν τον Ντάνιελ μέσα στο φέρετρο και ξεκίνησαν.
Τα προβλήματα όμως και οι δυσκολίες δεν ξεπεράστηκαν ούτε και τώρα, που όλα έδειχναν ότι η Ννένκα πέτυχε αυτό που ήθελε να γίνει. Όταν έφτασαν στην εκκλησία, ο τοπικός αστυνομικός ασφαλείας και οι διάκονοι, βλέποντάς τους να μπαίνουν με το φέρετρο, τους είπαν να φύγουν αμέσως.
Οι χώροι που γινόντουσαν οι εκδηλώσεις αυτές, προστατεύονταν από πολλούς ομοσπονδιακούς φρουρούς ασφαλείας, για χάρη του Μπόνκε, ο οποίος είχε υποστεί πολλές απειλές θανάτου, καθόσον για τους Μουσουλμάνους σε ολόκληρη την Αφρική ήταν πολύ μισητός, γιατί από τη διακονία του χιλιάδες χιλιάδων Μουσουλμάνοι είχαν μεταστραφεί στη χριστιανική πίστη και είχαν δεχτεί τον Ιησού Χριστό ως προσωπικό τους σωτήρα.
Για τον λόγο αυτό, οι φρουροί δεν θα επέτρεπαν την τοποθέτηση ενός φέρετρου σε εκκλησιαστικούς χώρους συγκεντρώσεων εκατοντάδων ανθρώπων, που στις συγκεντρώσεις του Μπόνκε έφταναν και στο εκατομμύριο, θεωρώντας ότι μπορεί να περιείχε εκρηκτικούς μηχανισμούς. Η σύζυγος του Ντάνιελ ισχυρίστηκε έντονα ότι το φέρετρο είχε μέσα μόνο το σώμα του συζύγου της. Μετά από ενδελεχή έλεγχο που έγινε, της επέτρεψαν να μπει στον χώρο, ενώ την χλεύασαν κιόλας γι’ αυτό, καθόσον βλέποντας το πετρωμένο (παγωμένο) σώμα του νεκρού, το όλο θέμα το θεώρησαν γραφικό.
Το γεγονός της άφιξης ενός νεκρού δύο ημερών είχε ήδη δημιουργήσει μεγάλη ταραχή στους υπεύθυνους της διοργάνωσης. Ο γιος του ποιμένα (πάστορα) ενημέρωσε τον πατέρα του για το γεγονός αυτό και αυτός έδωσε εντολή να έρθει το φέρετρο με το σώμα του Ντάνιελ στο κτίριο και να τοποθετηθεί στο υπόγειο και όχι στον χώρο της κύριας συνάθροισης, όπου κήρυττε ο Μπόνκε. Το φέρετρο του νεκρού τοποθετήθηκε επάνω σε δύο τραπέζια, τα οποία έβαλαν γι’ αυτό τον λόγο στο χώρο εκείνο. Ο γιος του ποιμένα και ένας ακόμα διάκονος από το προσωπικό της εκκλησίας παρακολούθησαν την όλη διαδικασία κα παρατήρησαν ότι η νεκρική ακαμψία είχε παγώσει όλο το σώμα του Ντάνιελ. Δύο ακόμη διάκονοι έμειναν μαζί τους για να φυλάνε το πτώμα, ώστε να μη δημιουργηθούν προβλήματα, γιατί αρκετοί είχαν αντιληφθεί ότι κάτι παράξενο συνέβαινε.
Ο ίδιος ο Ράινχαρντ Μπόνκε, κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης που κήρυττε και οδηγούσε το όλο πρόγραμμα, δεν ήξερε τίποτα για όλο αυτό που συνέβαινε στο υπόγειο. Μετά από λίγο οι διάκονοι παρατήρησαν μια ελαφριά αναταραχή στο στομάχι του πτώματος, γεγονός που τους έκανε να στρέψουν την προσοχή τους στο νεκρό σώμα. Μετά αντιλήφθηκαν ότι το «πτώμα» πήρε μια ανάσα και άρχισε να αναπνέει ακανόνιστα με μικρούς σπασμούς.
Παίρνοντας θάρρος οι παρευρισκόμενοι διάκονοι από αυτό που έβλεπαν, άρχισαν να προσεύχονται με θέρμη, πιστεύοντας ότι ο Κύριος ενεργούσε ένα εκπληκτικό θαύμα. Έβγαλαν από το σώμα τα ταφικά ενδύματα και άρχισαν να του κάνουν μαλάξεις από το κεφάλι μέχρι τα πόδια. Όπως ακριβώς είπαν αργότερα, το σώμα του Ντάνιελ εκείνη την ώρα ήταν τόσο σκληρό και άκαμπτο, όσο ένα σιδερένιο αντικείμενο. Άνοιξαν χώρο για να δώσουν στο Ντάνιελ τη δυνατότητα να αναπνεύσει.
Καθώς το νέο διαδόθηκε και στην υπόλοιπη συνάθροιση, δημιουργήθηκε μια μεγάλη αναταραχή. Μετά, όπως είπε το απόγευμα ο ποιμένας Λόρενς, δύο μέρες μετά τον θάνατό του, ο Ντάνιελ άνοιξε τα μάτια του. Ανακάθισε και έγειρε το κεφάλι του επάνω στον ποιμένα. Η ώρα ήταν κάπου μεταξύ 14.50 και 15.15 το απόγευμα της Κυριακής. Ο κόσμος συνωστιζόταν μέσα στην αίθουσα για να δει το νέο «Λάζαρο», που αναστήθηκε από τους νεκρούς.
Ο ποιμένας ανησυχούσε, γιατί ο Ντάνιελ δεν είχε αρκετό ο-ξυγόνο, γι’ αυτό τον σήκωσε και τον πήγε σε έναν ιδιαίτερο χώρο. Ο Ντάνιελ μίλησε για πρώτη φορά και είπε ''νερό, νερό''. Του έδωσαν μερικές γουλιές και μετά ζεστό τσάι. Δεν είχε ακόμα μαζέψει τις σκέψεις του και για λίγο δεν μπορούσε να αναγνωρίσει κανέναν, ούτε τον ίδιο το γιο του, που πήγε εκεί για να τον δει.
Ωστόσο καλυτέρευσε και μέσα σε λίγες ώρες το βράδυ είχε αποκτήσει πλήρη συνείδηση. Όταν άρχισε να συνέρχεται άρχισε να λέει: «Που είναι ο φάκελός μου; Ο φάκελός μου που είναι;» Αυτό, το είπε επιτακτικά μερικές φορές, χωρίς να μπορεί κανείς από τους παρευρισκομένους να καταλαβαίνει τι εννοούσε με τα λόγια αυτά. Αργότερα, ο Ντάνιελ τους εξήγησε πως όταν βίωνε την εμπειρία με τους αγγέλους, ο ένας από αυτούς του είπε: «Πάρε αυτόν τον φάκελο και γράψε εκεί όλη σου την εμπειρία, ώστε να θυμάσαι τι έζησες εδώ και να τα μεταφέρεις στους ανθρώπους». Εκ των υστέρων ο Ντάνιελ κατάλαβε πως ο φάκελος θα ήταν η μνήμη του, ώστε να θυμηθεί όσα έζησε, όταν θα γύρναγε πίσω στη γήινη ζωή.
Ο Ντάνιελ έγινε ένα ζωντανό παράδειγμα ανάστασης από τους νεκρούς. Όχι μόνο βγήκε από το φέρετρό του, αλλά και τα σημαντικά τραύματα που είχε και τον είχαν οδηγήσει στο θάνατο, είχαν θεραπευτεί και δεν φαινόταν το παραμικρό στο σώμα του. Στο μεταξύ ο Ράινχαρντ Μπόνκε είχε φύγει για να προλάβει την πτήση του αεροπλάνου για να επιστρέψει στη Γερμανία. Στο τέλος παρατιθενται με συντομία σχόλια για τη ζωή και το έργο του Μπόνκε.
5. Ο ΝΤΑΝΙΕΛ ΟΔΗΓΕΙΤΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
Όσο εκπληκτική είναι η ιστορία του θανάτου και της ανάστασης του Ντάνιελ, άλλο τόσο θαυμαστή είναι και η συνέχεια της ιστορίας. Αυτό που βίωσε ο Ντάνιελ μεταξύ του θανάτου του και της ανάστασής του θα μπορούσε να διαρκέσει μόνο 15 πέντε λεπτά, παρόλο που ήταν νεκρός για πάνω από δύο μέρες. Ας δούμε όμως το επίσης ενδιαφέρον θέμα που ακολουθεί και τι ο άνθρωπος αυτός περιγράφει από την μεταθανάτια εμπειρία που είχε.
Λέει πως όταν τραυματίστηκε βαριά, μετά το ατύχημα δυο άγγελοι εμφανίστηκαν μπροστά του. Ο ένας ειδικά, ήταν πάρα πολύ μεγάλος. Μετά από λίγο τον πήραν και του είπαν θα σε πάμε να δεις ένα μέρος του παραδείσου και ένα μέρος της κόλασης. Ο Ντάνιελ είπε πως εάν μπερδευόταν από κάτι που είδε ή έζησε, ή εάν είχε μια ερώτηση στο μυαλό του, ο άγγελος του έδινε αμέσως την εξήγηση και την απάντηση.
Όταν του είπε ότι πάνε στον παράδεισο, δεν μεσολάβησε χρόνος, συνέβη αμέσως να βρεθούν εκεί. Ο Ντάνιελ είδε μακριά του ένα πλήθος φωτεινών υπάρξεων που ήταν ντυμένοι με λευκά ρούχα. Αμέσως σκέφτηκε ότι ήταν άγγελοι, αλλά ο άγγελος που τον συνόδευε του είπε ότι ήταν ανθρώπινα όντα που όταν ζούσαν στη γη υπηρετούσαν τον Θεό και είχαν επικεντρώσει την πίστη τους στον Ιησού Χριστό και ζούσαν δίκαια. Κανένας δεν φαινόταν νέος ή μεσήλικας ή ηλικιωμένος και κανένας δεν είχε φυλετικές διακρίσεις στην εμφάνισή του. Όλοι τους είχαν ένα πολύ λαμπρό φως επάνω τους, και όλοι μαζί λάτρευαν τον Κύριο Ιησού.
Ο Ντάνιελ διαπίστωσε πως ένας άνθρωπος, που έμοιαζε ηλικιωμένος και βρισκόταν ανάμεσα στο πλήθος, του φάνηκε ότι είναι ο Θεός. Ο άγγελος όμως τον διόρθωσε, λέγοντάς του πως ο άνθρωπος αυτός ήταν ο Αβραάμ και η παρουσία του εκεί, είχε να κάνει με την ιστορία του πλούσιου και με τον φτωχό Λάζαρο την οποία ο Ιησούς την είχε διηγηθεί όταν ήταν στη γη (βλ. Λουκάς 16:19-31). Ο άγγελος εξήγησε στον Ντάνιελ πως η ιστορία αυτή του πλούσιου και του φτωχού Λαζάρου, είχε σχέση και με τον ίδιο και θα του δινόταν η εξήγηση αργότερα. Ο Ντάνιελ ήθελε να πάει μαζί με όλο αυτό το πλήθος που έβλεπε, αλλά ο άγγελος του είπε πως υπήρχαν και άλλα πράγματα που έπρεπε να δει.
Ο άγγελος του είπε πως θα έμεναν στη συνέχεια εκεί για να δουν την υπόσχεση του Ιησού στους πιστούς για τα σπίτια, που τους ετοίμαζε (Ιωάννης ΙΔ/14:1-4). Αμέσως μόλις ειπώθηκε αυτό, βρέθηκαν εκεί. Ο Ντάνιελ είπε πως δεν υπήρχε γήινος τρόπος για να περιγράψει αυτό που είδε. Τα κτίρια δεν είχαν ύψος ή πλάτος, ήταν φτιαγμένα από φως. Δεν μπορεί να περιγραφεί ανθρώπινα η κατασκευή τους. Τα δωμάτια περιστρέφονταν κατά κάποιο τρόπο και η κατασκευή ήταν σαν φως και γυαλί. Ο Ντάνιελ δεν έβλεπε κανέναν μέσα στα σπίτια, αλλά άκουγε ύμνους.
Τότε ο άγγελος του είπε πως τα οικήματα είναι έτοιμα, αλλά δεν είναι ακόμα έτοιμοι οι άγιοι του Θεού. Ο Ιησούς καθυστερεί να επιστρέψει, επειδή οι χριστιανοί (η εκκλησία Του) δεν είναι ακόμα έτοιμοι. Ο Ιησούς για το θέμα αυτό είχε πει στους μαθητές του: «Εις την οικία του Πατρός μου είναι πολλά οικήματα· ει δε μη, ήθελον σας ειπεί (ότι δεν υπάρχουν). Υπάγω να σας ετοιμάσω τόπον· και αφού υπάγω και σας ετοιμάσω τόπον, πάλιν έρχομαι και θέλω σας παραλάβει προς Εμαυτόν, διά να είσθε και σεις, όπου είμαι Εγώ» (Ιωάννης ΙΔ/14:2-3). Αυτά τα γνώριζε ο Ντάνιελ, αλλά τώρα είδε τα οικήματα αυτά, αδυνατούσε όμως με τους όρους της ανθρώπινης γλώσσας να τα περιγράψει.
6. ΤΙ ΕΙΔΕ Ο ΝΤΑΝΙΕΛ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ
Στη συνέχεια ο άγγελος πήρε τον Ντάνιελ στην κόλαση και στάθηκαν στην πύλη της. Όταν ο άγγελος σήκωσε το χέρι του και αμέσως το κατέβασε, η πύλη άνοιξε και ο Ντάνιελ μπορούσε να ακούσει αμέσως τους τρομερούς ήχους των ανθρώπων να ουρλιάζουν και να κλαίνε. Όλα στην κόλαση ήταν μαύρα.
Τότε ένα λαμπερό φως έλαμψε από τον άγγελο και ο Ντάνιελ μπορούσε να δει πολλές ομάδες ανθρώπων που βρίσκονταν σε μεγάλη αγωνία. Μια ομάδα αποτελούνταν από ανθρώπους που έτρωγαν τη δική τους σάρκα και στη συνέχεια την ξέρναγαν στο έδαφος, οπότε ο εμετός ξαναγύρναγε στο σώμα τους, ώστε να ξαναφαγωθεί και πάλι. Ο άγγελος είπε στον Ντάνιελ ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν εκείνοι που είχαν φάει ανθρώπινη σάρκα, σαν απόκρυφη πρακτική. Τέτοια γεγονότα είναι γνωστό ότι συμβαίνουν στην Αφρική.
Όταν ακούστηκε αυτό κατάλαβε γιατί η Βίβλος λέει ότι ο Θεός θα κρίνει κάθε πρόσωπο, σύμφωνα με τις πράξεις του και ότι όλοι θα αποκομίσουν ακριβώς αυτό που έχουν σπείρει. Ο απόστολος Παύλος είχε προειδοποιήσει τους πιστούς: «Μην πλανάσθε, (διότι) ο Θεός δεν εμπαίζεται· επειδή ό,τι αν σπείρει ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει» (Γαλάτες ς’/6:7). Τότε, ο Ντάνιελ βλέποντας αυτά, θυμήθηκε την ιστορία του πλούσιου και του Λάζαρου που μετά το θάνατό τους οι ρόλοι τους αντιστράφηκαν, δηλαδή απολάμβανε ο Λάζαρος στην αιώνια ζωή, ενώ ο πλούσιος θέριζε την αδικία που είχε σπείρει.
- Ο ποιμένας Ντάνιελ είδε στην κόλαση και τον πρώην δικτάτορα της Νιγηρίας.
- Είδε έναν χριστιανό που είχε χτυπηθεί από απόκρυφες πρακτικές και έφυγε μακριά από τον Κύριο.
- Είδε έναν πάστορα που είχε καταχραστεί χρήματα της εκκλησίας και ο οποίος, βλέποντας τον Ντάνιελ, του ζητούσε να τον βοηθήσει να φύγει από εκεί και θα επέστρεφε τα χρήματα.
Αν και υπήρχαν διαφορετικά είδη βασανιστηρίων, όλοι οι άνθρωποι στην κόλαση έτρεμαν από αγωνία κάτω από μια αόρατη δύναμη που τους βασάνιζε συνεχώς. Ο Ντάνιελ είπε πως εάν κάθε χριστιανός έβλεπε ότι αυτός είδε, δεν θα χρειαζόταν να κηρύττει το ευαγγέλιο, γιατί θα γινόταν ο ίδιος ένα ζωντανό ''ευαγγέλιο''.
Το πιο εκπληκτικό είναι αυτό που συνέβη στη συνέχεια. Ο άγγελος που τον συνόδευε είπε: «Αν το βιβλίο της ζωής σου ανοιγόταν τώρα, χωρίς αμφιβολία θα πήγαινες στην κόλαση». Ο ποιμένας Ντάνιελ αμέσως υπερασπίστηκε τον εαυτό του λέγοντας: «Είμαι άνθρωπος του Θεού. Τον υπηρετώ με όλη μου την καρδιά». Δεν είχε ακόμα τελειώσει τα λόγια του, όταν στο χέρι του αγγέλου εμφανίστηκε μια Βίβλος και ανοίχτηκε στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου, όπου ο Ιησούς Χριστός προειδοποιούσε λέγοντας πως κανένας δεν πρέπει να οργίζεται χωρίς αιτία και να αποκαλεί τον αδελφό του ανόητο, γιατί είναι ένοχος στη γέενα της φωτιάς. Ο Ιησούς είχε πει: «…Εγώ όμως σας λέγω ότι πας ο οργιζόμενος αναιτίως κατά του αδελφού αυτού θέλει είσθαι ένοχος εις την κρίσιν· και όποιος είπει προς τον αδελφόν αυτού ''Ρακά'' (ηλίθιο), θέλει είσθαι ένοχος εις το συνέδριον· όποιος δε είπει ''Μωρέ''(ανόητο), θέλει είσθαι ένοχος εις την γέενα του πυρός» (Ματθαίος Ε/5:22). Ο Ντάνιελ ήξερε ότι ήταν ένοχος για τα θυμωμένα λόγια που είχε πει στη σύζυγό του και έφυγε εκείνο το πρωινό με τον φίλο χωρίς να έχει υπάρξει αποκατάσταση.
Ο άγγελος του υπενθύμισε επίσης πως ο Ιησούς υποσχέθηκε ότι ο Θεός δεν θα συγχωρήσει τις αμαρτίες μας, εάν και εμείς δεν συγχωρούμε τους άλλους, τότε θα θερίσουμε αυτό που σπείραμε: «Διότι, εάν συγχωρήσετε εις τους ανθρώπους τα πταίσματα αυτών, θέλει συγχωρήσει και εις εσάς ο Πατήρ σας ο ουράνιος· εάν όμως δεν συγχωρήσετε εις τους ανθρώπους τα πταίσματα αυτών, ουδέ ο Πατήρ σας θέλει συγχωρήσει τα πταίσματά σας» (Ματθαίος ς’/6:14-15). Μόνο όσοι είναι ελεήμονες, αυτοί θα ελεηθούν (Ματθαίος Ε/5:7).
Ο άγγελος είπε στον Ντάνιελ ότι οι προσευχές που έκανε στο νοσοκομείο όταν πέθαινε, δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα, γιατί είχε αρνηθεί να συγχωρήσει τη σύζυγό του, ακόμα και όταν αυτή προσπάθησε να συμφιλιωθεί μαζί του εκείνο το πρωινό, πριν το θα-νατηφόρο ατύχημά του.
Ο ποιμένας Ντάνιελ έκλαψε με αυτή την αποκάλυψη του αγγέλου, αλλά ο άγγελος του είπε να μην κλαίει, γιατί ο Θεός θα τον έστελνε πίσω στη γη για να εκπληρώσει το αίτημα του πλούσιου προς τον Αβραάμ, όταν του είπε: «Παρακαλώ σε λοιπόν, πάτερ (Α-βραάμ), να στείλεις τον Λάζαρο εις τον οίκον του πατρός μου· διότι έχω πέντε αδελφούς· διά να μαρτυρήσει εις αυτούς, ώστε να μην έλθουν και αυτοί εις τον τόπον τούτον της βασάνου» (Λουκάς Ις’/16:27-28).
Όταν ο Αβραάμ του απάντησε ότι δεν χρειάζεται να πάει κά-ποιος από τους νεκρούς ,γιατί έχουν τον Μωυσή και τους προφήτες, ο πλούσιος επέμενε στο αίτημά του, λέγοντάς του: «Όχι, πάτερ Αβραάμ, αλλ' εάν κάποιος από τους νεκρούς υπάγει προς αυτούς, θέλουν με-τανοήσει» (Λουκάς Ις’/16:29-30).
Ένας άνθρωπος λοιπόν θα επέστρεφε από τους νεκρούς για να προειδοποιήσει τους ανθρώπους για την κόλαση. Ο άγγελος είπε ότι η ανάσταση του Ντάνιελ θα χρησιμεύσει σαν σημάδι και θα είναι η τελευταία προειδοποίηση για αυτή τη γενιά. Η ανάσταση του Ντάνιελ και η επιστροφή του στη γήινη πραγματικότητα είναι η απάντηση του Θεού στην προσευχή (αίτημα) του πλουσίου προς τον Αβραάμ.
7. ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗ ΓΗΙΝΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Τέλος ο πάστορας οδηγήθηκε στην κορυφή ενός βουνού στο οποίο υπήρχε μια μεγάλη τρύπα γεμάτη σκοτάδι (προφανώς η γη και τα έργα των ανθρώπων). Εκεί ο άγγελος που τον συνόδευε τον παρέδωσε σε έναν άνθρωπο που καθόταν εκεί, τον οποίο δεν γνώριζε αρχικά, αλλά σύντομα κατάλαβε ότι ήταν ο Γερμανός εργάτης του Λόγου του Θεού Ράινχαρντ Μπόνκε (Reinhard Bonnke). Ο άγγελος είπε στον Ντάνιελ ότι ο άνθρωπος αυτός θα τον βοηθούσε να διαδώσει το ευαγγέλιο της σωτηρίας.
Τόσο ο Ντάνιελ, όσο και ο Μπόνκε έπεσαν στη τρύπα (ξαναγύρισαν στη γη) και ο ποιμένας Ντάνιελ σηκώθηκε από τα τραπέζια που βρισκόταν πριν νεκρός, ζωντανός πλέον μετά από 42 σχεδόν ώρες νεκρός. Όπως μπορούμε να φανταστούμε ο ποιμένας Ντάνιελ υπογραμμίζει σε μεγάλο βαθμό στο μήνυμά του την ανάγκη, πέραν της ασύλληπτης εμπειρίας του για την μετά θάνατον ζωή, της αληθινής ΣΥΓΧΩΡΕΣΗΣ για εκείνους που μας έχουν βλάψει.
Είναι πράγματι ώρα η εκκλησία να μετανοήσει και να επιδιώξει την ειρήνη με όλους τους ανθρώπους και την αγιότητα, χωρίς την οποία κανείς δεν θα δει τον Κύριο: «…Ζητείτε ειρήνην μετά πάντων, και τον ΑΓΙΑΣΜΟΝ, χωρίς του οποίου ουδείς θέλει ιδεί τον Κύριον» (Εβραίους ΙΒ/12:14).
Μην ακούτε ψεύτικους δασκάλους που λένε ότι η αγιότητα και η πνευματική καθαρότητα δεν είναι απαραίτητη για να κερδίσουμε την αιώνια ζωή. Ο Κύριος Ιησούς προειδοποίησε ότι μόνο εκείνοι που κάνουν το θέλημα του Πατέρα Του, θα εισέλθουν στη βασιλεία των ουρανών και όχι αυτοί που είναι μόνο μεγάλα λόγια. Η ζωή μας είναι εκείνη που θα δείχνει το «φως», που θα έχουμε μέσα μας: «…Δεν θέλει εισέλθει εις την βασιλεία των ουρανών πας ο λέγων προς Εμέ ''Κύριε, Κύριε'', αλλά (θέλει εισέλθει) ο πράττων το θέλημα του Πατρός μου του εν τοις ουρανοίς» (Ματθαίος Ζ/7:21).
Μην ακούτε δασκάλους που λένε ότι εάν σωθήκατε κάποτε, είστε εγγυημένοι ότι είστε για πάντα σωσμένοι. Αν περιμένουμε τον Θεό να μας συγχωρήσει πρέπει να συγχωρούμε τους άλλους. Αυτό υποσχέθηκε ο Ιησούς. Είστε έτοιμοι να σταθείτε ενώπιον του Ιησού με ειλικρίνεια;
8. REINHARD BONNKE: Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Ο Ράινχαρντ Μπόνκε (1940 - 2019) ήταν Γερμανικής καταγωγής και θεωρείται παγκόσμια ένας από τους πιο ευλογημένους ιεραποστόλους της γενιάς μας. Το έργο του ήταν καθαρά ευαγγελιστικό (κήρυττε τα "καλά νέα" της σωτηρίας του Ιησού) και το πεδίο δράσης του ήταν κατά βάση η Αφρική με κέντρο τη Νιγηρία. Στις συγκεντρώσεις που έκανε ο κόσμος έφθανε μέχρι και το ένα εκατομμύριο και από τη διακονία του, αυτοί που γνώρισαν τον Ιησού ως προσωπικό τους σωτήρα είναι αδύνατον να αριθμηθούν.
Στις συναθροίσεις που έκανε ο Μπόνκε ο Κύριος Ιησούς ενεργούσε θαυμαστά και επιβεβαίωνε το μήνυμά του με σημεία και τεράστια, όπου, όχι μόνο έδιναν την καρδιά τους στον Ιησού Χριστό και σωζόντουσαν κατά χιλιάδες, αλλά γινόντουσαν και συγκλονιστικές θεραπείες και αυτό ήταν που έβλεπαν οι Αφρικανοί ειδωλολάτρες ή οι Μουσουλμάνοι και ακολουθούσαν τον Κύριο Ιησού.
Ένας από τους μεγαλύτερους παγκόσμια ευαγγελιστές (κήρυκες του ευαγγελίου) ήταν ο Αμερικανός Billy Graham (Μπίλυ Γράχαμ). Τον Ράινχαρντ Μπόνκε, λόγω του τεραστίου πνευματικού του έργου που έχει κάνει στην Αφρικανική Ήπειρο, τον είχαν αποκαλέσει ως τον «Μπίλυ Γράχαμ της Αφρικής».
Η διακονία του και το έργο του στο διαδίκτυο βρίσκεται κάτω από την επωνυμία «Christ For All Nations Ministry /CFAN» (Ο Χριστός για όλα τα έθνη), όπου ο ενδιαφερόμενος μπορεί να βρει πλούσιο υλικό σε video στην Αγγλική γλώσσα. Το έργο του, το συνεχίζει με μεγάλη επιτυχία ο επί χρόνια συνεργάτης του Daniel Colenda.
Μηνύματα του Ράινχαρντ Μπόνκε με Ελληνική μετάφραση έχουν αναρτηθεί στο YouTube και στο κανάλι Filadelfos Channel 2. Πλούσιο αρχειακό υλικό (video, CD, φωτογραφίες, κλπ) θα βρείτε και στην ιστοσελίδα www.AlkiviadisFiladelfos.com
corpyright: ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ ΤΖΕΛΕΠΗΣ - ΦΙΛΑΔΕΛΦΟΣ: 07/22